Φραγκφούρτη: Επίθεση σε περαστικούς κοντά στην πόλη- 4 Τραυματίες
Γερμανία: Παράταση της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα- Μέχρι πότε ισχύει;
Μια περιήγηση στα παρασκήνια της ισχυρής βιομηχανίας, η οποία επανατοποθετείται στον παγκόσμιο χάρτη με ταινίες διεθνών φεστιβαλικών προδιαγραφών, και συνομιλίες με τους ανθρώπους που κινούν τα νήματα στο γερμανικό κινηματογραφικό θαύμα.
Το 67ο Φεστιβάλ Βερολίνου ολοκληρώθηκε τον περασμένο μήνα, με τα γνωστά – δημοφιλή – αποτελέσματα. Ηταν η πιο πετυχημένη διοργάνωση εδώ και πολλά έτη. Ανάμεσα στις συμμετοχές του Διεθνούς Διαγωνιστικού συναντούσες μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες στιγμές της παγκόσμιας κινηματογραφίας, ταινίες από την Ινδία, την Ουγγαρία και, φυσικά, τη Γερμανία – χώρες με μεγάλη παράδοση δηλαδή -, καθώς και μερικά μεγάλα ονόματα, όπως συνέβη με την περίπτωση του Ακι Καουρισμάκι που πήρε τελικά την Αργυρή Αρκτο σκηνοθεσίας με την «Αλλη όψη της ελπίδας». Η διαφορά με τα φεστιβάλ των προηγούμενων ετών, μεγάλη. Κάτι φαίνεται να έχει αλλάξει.
«ΤΑ ΝΕΑ» δέχτηκαν την πρόσκληση του Ινστιτούτου Γκαίτε στην Μπερλινάλε για μια περιήγηση στα παρασκήνια της γερμανικής κινηματογραφίας, από το Φεστιβάλ Βερολίνου και τη Γερμανική Ταινιοθήκη μέχρι το υπουργείο Εξωτερικών και την εθνική κινηματογραφική σχολή. Γιατί η συνολική άνοδος, τόσο της Μπερλινάλε όσο και του γερμανόφωνου σινεμά γενικότερα, αποτελεί το συντονισμένο αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας σειράς ενεργειών που μοιάζουν να έχουν επανατοποθετήσει το τελευταίο στον παγκόσμιο χάρτη. Στο Βερολίνο λοιπόν συναντηθήκαμε με πλήθος κριτικών αλλά και δημιουργών απ’ όλο τον κόσμο και η διαδρομή μας ξεκίνησε από την Deutsche Kinemathek.
Η Γερμανική Ταινιοθήκη άνοιξε επίσημα τον Φεβρουάριο του 1963 από τον Γκέραρντ Λάμπρεχτ, ο οποίος δώρισε στο κράτος εκτενή συλλογή ταινιών και εγγράφων αλλά και μια σειρά κινηματογραφικών μηχανών. Μου δίνεται η ευκαιρία να συνομιλήσω με τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Γερμανικής Ταινιοθήκης Ράινερ Ρόδερ και την υπεύθυνη προγράμματος Κόνι Μπετς. Οπως αντιλαμβάνεστε, εργάζονται και για το Φεστιβάλ Βερολίνου. «Ο Ακι Καουρισμάκι απαίτησε προβολή της ταινίας του σε φιλμ 35 χιλιοστών. Είναι η μόνη ταινία από τις εκατοντάδες του προγράμματος που προβάλλεται αναλογικά και τα τεστ ήταν πολλά, ευτυχώς η Ταινιοθήκη διαθέτει τον απαραίτητο εξοπλισμό όχι μόνο για να προβάλλει φιλμ αλλά και για να τα αποκαθιστά. Ορισμένες από τις σημαντικότερες αναπαλαιώσεις σημαντικών ταινιών έγιναν εδώ – συχνά σε συνεργασία με άλλους οργανισμούς, όπως το ΜoΜΑ της Νέας Υόρκης. Και φυσικά έχουμε συνεργαστεί πολλές φορές και με την Ταινιοθήκη της Ελλάδος». Σήμερα, τα πάντα που αφορούν την κινηματογραφική ιστορία και την τεχνολογία βρίσκονται εξόχως αρχειοθετημένα: με 26.000 κόπιες ταινιών απ’ όλο τον κόσμο, 60.000 προγράμματα, 16.000 αφίσες, σχέδια για σκηνικά και κοστούμια, πάνω από ένα εκατομμύριο φωτογραφίες και 30.000 χειρόγραφα, η Deutsche Kinemathek (που τεκμηριώνει το έργο της σε αμέτρητες εκδηλώσεις) αποτελεί σήμερα ένα από τα πληρέστερα κινηματογραφικά μουσεία στον κόσμο – κι όμως, μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2000 αδυνατούσε να παρουσιάσει τη συλλογή της. Το πρόβλημα αυτό έλυσε το Filmmuseum που στήθηκε στο κέντρο του φεστιβάλ, δίπλα στο Sony Center.
Το τόξο των γερμανικών συμπαραγωγών
Φτάνουμε στο ομοσπονδιακό υπουργείο Εξωτερικών για να συναντήσουμε τον γενικό διευθυντή Πολιτισμού, Επικοινωνίας και Εξωτερικών Σχέσεων Μίκαελ Ραϊφενστούελ. Είναι ενήμερος για όλες σχεδόν τις ελληνογερμανικές συμπαραγωγές – άλλωστε, μία εξ αυτών, το «Μικρό ψάρι» του Γιάννη Οικονομίδη, συμμετείχε πριν από λίγα χρόνια στο Επίσημο Διαγωνιστικό Πρόγραμμα της Μπερλινάλε. Δεν είναι όμως μόνο αυτή: οι «Αλπεις» του Γιώργου Λάνθιμου, το «Chevalier» και το «Attenberg» της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη αλλά και η «Σκόνη του χρόνου» του Θόδωρου Αγγελόπουλου αποτελούν συμπαραγωγές της σημαντικότερης γερμανικής εταιρείας παραγωγής, της Match Factory. Που όμως λειτουργεί σε Ευρώπη και Ασία, δουλεύοντας με πλήθος ανεξάρτητων δημιουργών που, προφανώς, δεν θέλουν να δουλεύουν με ψίχουλα. Ανάμεσα σε αυτές συναντάμε το «45 χρόνια» του Αντριου Χέιγκ με τη Σάρλοτ Ράμπλινγκ και τον Τομ Κόρτνεϊ, αλλά και το ιρανικό «A dragon arrives» που θα προβληθεί σύντομα και στις ελληνικές αίθουσες (ετοιμαστείτε για μια ιρανική ταινία που δεν θυμίζει σε τίποτα το σινεμά που έχετε συνηθίσει). Κι αν αναρωτιέστε πώς λειτουργεί αυτό το σύστημα (πώς αποδίδει δηλαδή), πιστέψτε με, όλα γίνονται σχεδόν αυτόματα. Οι ταινίες ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο, τα φεστιβάλ τις αναδεικνύουν, στ’ αλήθεια τίποτα δεν πάει χαμένο, μιας και το όλο σύστημα μοιάζει να θρέφεται όλο και περισσότερο, όσο δηλαδή εμπλουτίζεται η παραγωγή. Λίγο μετά το γεύμα, ο υπεύθυνος προγράμματος του International Pink Film Festival (κινηματογραφικό φεστιβάλ με LGTB προσδιορισμό που εδρεύει στις Φιλιππίνες) με πλησιάζει, ρωτώντας με αν έχω κάποιες προτάσεις σχετικά με το ελληνικό σινεμά. Η κουβέντα μας κρατά περίπου μία ώρα, μέσα στην οποία έχουμε ανταλλάξει απόψεις, έχω προτείνει κάποιες ταινίες, ενώ τα τηλέφωνα στους σκηνοθέτες γίνονται επί τόπου, μπροστά στα μάτια μου. Δεν γνωρίζω αν καρποφόρησαν εν τέλει οι συνομιλίες, η ταχύτητα όμως με την οποία το όλο κόλπο λειτουργεί δεν σταματά να με εντυπωσιάζει.
Επόμενος σταθμός η Πανεπιστημιακή Σχολή Κινηματογράφου Konrad Wolf. Ο τελευταίος υπήρξε μια πραγματικά μεγάλη μορφή του γερμανικού σινεμά, που όμως εγκατέλειψε τη Γερμανία κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Γοητευμένος από το σοβιετικό σινεμά, άφησε πίσω του μια μεγάλη κληρονομιά – ενώ πολέμησε και με τον Ερυθρό Στρατό (ήταν μάλιστα ένας από τους πρώτους στρατιώτες των Σοβιετικών Δυνάμεων που έφτασαν μέχρι το… Βερολίνο). Ο Μάρτιν Χάγκεμαν, καθηγητής αλλά και αντιπρόεδρος της σχολής, μάς υποδέχεται και η κουβέντα για το κριτήριο της προεπιλογής των μαθητών ξεκινά. Δεν χρειάζεται και πολύ για να αντιληφθείς το μέγεθος της εδώ προσπάθειας, όσο δε για τον τεχνικό εξοπλισμό, καλύτερα να μη μιλήσουμε γιατί θα στενοχωρηθούμε. Από εδώ πάντως ξεπήδησε η νέα αυτή γενιά κινηματογραφιστών που τα τελευταία χρόνια έχει στρέψει το ενδιαφέρον του σινεφιλικού κοινού στη Γερμανία, είτε μιλάμε για τον Ολίβιε Χιρσπίγκελ της «Πτώσης» είτε για τον Κρίστιαν Πέτσολντ του «Τραγουδιού του φοίνικα» που είδαμε πριν από δύο χρόνια στις ελληνικές αίθουσες. Στο μεταξύ, γνωριζόμαστε όλο και καλύτερα με την ομάδα. Εχω σημειώσει άπειρα ονόματα εντελώς άγνωστων σε μένα σκηνοθετών, από τη Σαουδική Αραβία, το Μαρόκο, το Βιετνάμ αλλά και την Αργεντινή, των οποίων το έργο πρέπει «οπωσδήποτε» να μελετήσω: οι ταινίες τους, με ενημερώνουν οι νέοι μου φίλοι, έχουν περάσει κάτω από τα ραντάρ των μεγάλων φεστιβαλικών διοργανώσεων, αλλά πρόκειται για σπουδαίους κινηματογραφιστές. Τουλάχιστον έτσι με διαβεβαιώνουν – μέχρι να κλείσει η χρονιά, πιστεύω πως θα έχω προλάβει να τους τσεκάρω όλους.
Οι μέρες περνούν, εγώ παρακολουθώ παραλλήλως και την Μπερλινάλε, και το τέλος φτάνει γρηγορότερα ίσως απ’ ό,τι φανταζόμουν. Το μόνο σίγουρο είναι πως έχουμε πολλά να δούμε στο μέλλον. Και πίσω από κάθε πετυχημένη πορεία υπάρχει πάντα ένας αθέατος όγκος δουλειάς. Με άλλα λόγια, καλό το δημιουργικό ταλέντο, αλλά πού και πού χρειάζεται και μια κάποια οργάνωση.
Φραγκφούρτη: Επίθεση σε περαστικούς κοντά στην πόλη- 4 Τραυματίες
Γερμανία: Πρόστιμο εάν οδηγείτε με Μάσκα- Τι πρέπει να προσέξετε;
«Το Allesgr.de ενθαρρύνει τους αναγνώστες να εκφράζουν την γνώμη τους μέσα από την ιστοσελίδα του. Παρακαλούμε όμως τα κείμενα να μην είναι υβριστικά, να μην παραπέμπουν σε άλλους ιστότοπους, να γράφονται στην ελληνική, την αγγλική ή τη γερμανική γλώσσα, να είναι κατανοητά και τέλος να είναι κατά το δυνατόν σύντομα. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται. Σας ευχαριστούμε για τη συμμετοχή σας.»