Φραγκφούρτη: Επίθεση σε περαστικούς κοντά στην πόλη- 4 Τραυματίες
Γερμανία: Παράταση της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα- Μέχρι πότε ισχύει;
Ένας πρόσφυγας από το Ιράκ, που έγινε ένα από τα πρόσωπα – σύμβολα της προσφυγικής κρίσης πήγε στη Γερμανία ελπίζοντας σε ένα καλύτερο αύριο αλλά σύντομα αποφάσισε να επιστρέψει στην πατρίδα του.
Με δάκρυα στα μάτια, κρατά τη μικρή του κόρη στα χέρια και στην αγκαλιά του έχει κλείσει τον έναν από τους γιους του. Είναι η στιγμή που αποβιβάζονται στην Κω. Ήταν τον περασμένο Αύγουστο όταν η οικογένεια του Λέιθ Ματζίντ αλ-Αμίρι έφτασε στο ελληνικό νησί. Μια ακόμη οικογένεια προσφύγων που αποφάσισε να ρισκάρει τα πάντα, να μπει σε μια βάρκα από την Τουρκία, να περάσει στην Ελλάδα κι από εκεί (τότε τα σύνορα ήταν ακόμη ανοιχτά) να φτάσει στον “παράδεισο” που λέγεται Γερμανία.
Τη συγκλονιστική στιγμή που ξεσπά σε λυγμούς ο πατέρας από το Ιράκ γιατί εκείνος και η οικογένειά του έχουν φτάσει σώοι στην Ελλάδα αποτύπωσε ο φακός του Daniel Etter για τους New York Times. Η φωτογραφία του χάρισε το βραβείο Pulitzer. Του χάρισε και πολλά άλλα, πολύ πιο σημαντικά.
Η φωτογραφία συγκίνησε. Η έκφραση του πατέρα, τα δάκρυά του έγινε η εικόνα σύμβολο της προσφυγικής κρίσης. Μια από τις πολλές. Μια από εκείνες που είχαν “happy end”. Η ιστορία της οικογένειας «ταξίδεψε» παντού. Κατάφεραν να φτάσουν στη Γερμανία. Αλλά δεν άντεξαν να μείνουν εκεί. Ο Λέιθ, η σύζυγός του Νέντα, οι γιοί τους Μουσταφά (18 ετών), Αχμέντ (17 ετών), Τάχα (9 ετών) και η κόρη τους Νουρ (7 ετών) κατάφεραν και έφτασαν στο Βερολίνο. Στον “παράδεισο” που είχαν φανταστεί. Αποδείχθηκε πως δεν ήταν…
Όταν ο Etter κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ, η γερμανική εφημερίδα Bild αποφάσισε να ψάξει την οικογένεια. Αλλά δεν τη βρήκε στο Βερολίνο. Οι Αμίρ, εκτός από τον 18χρονο Μουσταφά που έμεινε στη Γερμανία, είχαν γυρίσει πίσω στο Ιράκ. Όχι στη Βαγδάτη πια (όπου ο Λέιθ ήταν μηχανικός αυτοκινήτων) αλλά στο Ερμπίλ, μια πόλη στο ιρακινό Κουρδιστάν.
Όπως έγραψαν οι Times του Λονδίνου, η οικογένειά άντεξε στο Βερολίνο μόλις έξι μήνες. Απογοητεύτηκαν από τον “παράδεισό” τους. Ζούσαν σε ένα παλιό στρατόπεδο στο Βερολίνο, το φαγητό ήταν άθλιο, δουλειά δεν υπήρχε, άσυλο δεν τους είχε δοθεί αφού η διαδικασία δεν προχωρούσε και έτσι αποφάσισαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.
Τον Φεβρουάριο, η οικογένεια ενημερώθηκε πως είχε πεθάνει η μητέρα του Λέιθ. Κι εκείνος δεν άντεξε. Νοσηλεύτηκε πέντε μέρες στο νοσοκομείο με αυξημένη πίεση. Δεν μπορούσε, να αντέξει την πίεση και ήθελε να θάψει τη μητέρα του στη γενέτειρά του. Η γυναίκα του η Νέντα, καθηγήτρια αγγλικών κάποτε, δεν ήθελε να τον αφήσει να γυρίσει στο Ιράκ μόνος του.
Μόνο ο μεγάλος γιος της οικογένειας έμεινε στο Βερολίνο αλλά και για εκείνον τα πράγματα δεν είναι εύκολα. Έφυγε από το στρατόπεδο Σπαντάου όταν μάλωσε με έναν Αφγανό γιατί του έκλεψε ένα ασημένιο βραχιόλι, δώρο από τη μητέρα του. Πλέον, κοιμάται σε φίλους του και μεταφέρει όταν τα υπάρχοντά του σε ένα μαύρο σακίδιο.
Πλέον, ο Λέιθ είναι μηχανικός σε ένα γκαράζ στο Ερμπίλ, μια πόλη που θεωρείται σαφώς πιο ασφαλής από τη Βαγδάτη. Η οικογένεια μένει σε ένα σπίτι δυο δωματίων και προσπαθεί να τα βάλει πέρα με 400 δολάρια το μήνα. Και η ζωή του Μουσταφά στο Βερολίνο, όμως, δεν είναι εύκολη. Αλλά όμως είπε στη Bild, στη Βαγδάτη θα τον σκότωναν οι συμμορίες των σιιτών (η οικογένεια είναι σουνίτες Μουσουλμάνοι), στο Ερμπίλ δεν είχε μέλλον.
Μια διαδικτυακή απάτη που πήρε τη φωτογραφία της οικογένειας και υποστήριξε πως κέρδισαν μισό εκατομμύριο ευρώ από ιντερνετικό στοίχημα έβαλε τον Μουσταφά σε μπελάδες αφού πολλοί πρόσφυγες πιστεύουν πως πράγματι έχει τα λεφτά και του ζητούν να τους δώσει μερικά. «Δεν έχω που να κοιμηθώ» λέει εκείνος.
Φραγκφούρτη: Επίθεση σε περαστικούς κοντά στην πόλη- 4 Τραυματίες
Γερμανία: Πρόστιμο εάν οδηγείτε με Μάσκα- Τι πρέπει να προσέξετε;