Φραγκφούρτη: Επίθεση σε περαστικούς κοντά στην πόλη- 4 Τραυματίες
Γερμανία: Παράταση της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα- Μέχρι πότε ισχύει;
Πριν 64 χρόνια περίπου, ακριβώς στις 27 Φεβρουαρίου 1953, διεγράφησαν τα μισά δάνεια της Γερμανίας και δόθηκε ώθηση στην Οικονομία της.
Εν τω μεταξύ, όταν προ ημερών ο απερχόμενος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής Μπαράκ Ομπάμα επισκέφθηκε την Ελλάδα, μεταξύ των άλλων σε κάθε ομιλία του άφηνε να εννοηθεί ότι θα έλθει συμπαραστάτης, ώστε να μειωθεί το δημόσιο χρέος της χώρας μας, που σήμερα πλέον αντιπροσωπεύει το 60% περίπου του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), έναντι 39,6% της Ιρλανδίας, 42,8% της Πορτογαλίας και 41,9% της Κύπρου.
Μόλις έγινε γνωστή η τοποθέτηση του Αμερικανού Προέδρου για τη ρύθμιση ενός μέρους του δημόσιου χρέους της Ελλάδας, ο Γερμανός Υπουργός των Οικονομικών Β. Σόιμπλε αντέδρασε αναφέροντας, μάλιστα, ότι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ προσφέρει κακή υπηρεσία στην υπόθεση και ότι είναι λανθασμένη η τοποθέτηση του Μπαράκ Ομπάμα.
Ο Μανώλης Γλέζος εξέδωκε βιβλίο του 2012 με τον τίτλο: «Και ένα μάρκο να ήταν:«Υπάρχει πρόβλημα οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα εξαιτίας των εγκλημάτων που τα γερμανικά στρατεύματα διέπραξαν σε βάρος του ελληνικού κράτους κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής (1941-1944)».
Επίσης και ο νομικός Ευάγγελος Μαχαίρας, πρώην Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, γράφει: «…Πρόσφατα προς το τέλος του 2011 οι Γερμανοί δήλωσαν ότι ύστερα από 70 χρόνια δεν υπάρχουν υποχρεώσεις προς την Ελλάδα, δηλαδή, επικαλέστηκαν την παραγραφή. Τα εγκλήματα, όμως, του πολέμου και οι σχετικές υποχρεώσεις δεν παραγράφονται».
Συνοπτικά, ο Μανώλης Γλέζος σε κεφάλαιο (1) του βιβλίου του αναφέρει: «…δεν επαιτούμε, αλλά απαιτούμε η Γερμνία, α) να επιστρέψει τους αρχαιολογικούς θησαυρούς και τα έργα τέχνης που λήστεψε από την Ελλάδα. β) να καταβάλει τα 7,1 δισ. δολάρια, αγοραστικής αξίας του 1938, τα οποία η Διασυμμαχική Επιτροπή των 19 χωρών που συνήλθε στο Παρίσι επιδίκασε στη Γερμανία, ως επανορθώσεις για την καταστροφή της Οικονομίας της Ελλάδας.
Σημερινή αξία σε ευρώ 108 δισ. χωρίς τους τόκους. γ) να εξοφλήσει το υπόλοιπο του αναγκαστικού δανείου, ύψους 3,5 δισ. δολαρίων, αγοραστικής αξίας του 1938. Σημερινή αξία σε 54 δισ. χωρίς τους τόκους. δ) Να αποζημιώσει τα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας».
Είναι, ως εκ τούτου, ιστορική αναγκαιότητα να επαναλαμβάνεται ότι η Ελλάδα υπέστη τα πάνδεινα: τη λεηλασία του παραγωγικού ιστού και της οικονομίας της και τη φοβερή γενοκτονία με την πείνα, τις εκτελέσεις και τα ολοκαυτώματα. Μεθοδική απομίζηση των οικονομικών της δυνατοτήτων, λιμοκτονία και αφανισμό του πληθυσμού της. Η βαρβαρότητα στο απόγειό της.
Οταν, δε, η Γερμανία “κούρευε” τα χρέη της 64 χρόνια πριν, που διεγράφησαν τα μισά δάνειά της και δόθηκε ώθηση στην Οικονομία της
Στη συνέχεια παρατίθεται το δημοσίευμα της “Καθημερινής” 28ης Φεβρουαρίου 2013 αναλυτικά το όλο θέμα του γερμανικού χρέους.
«Χωρίς διαγραφή του επαχθούς χρέους μιας χώρας, δεν επιτυγχάνεται οικονομικό θαύμα όπως συνέβη στη μεταπολεμική Γερμανία. Αυτά επισημαίνουν ειδικοί σε θέματα χρέους και ιστορικοί στην Deutsche Welle.
Η «σεισάχθεια», την οποία εξασφάλισε η χώρα με τη Συμφωνία του Λονδίνου πριν από 60 χρόνια, την 27η Φεβρουαρίου 1953, της προσέφερε κάτι σπάνιο στην Ευρώπη του 20ού αιώνα: τη διαγραφή στο ήμισυ των προπολεμικών και μεταπολεμικών χρεών της.
Κατά τη Γερμανίδα ιστορικό Ούρσουλα Ρόμπεκ-Γιανίνσκι του Πανεπιστημίου της Στουτγάρδης, η Γερμανία με το Σύμφωνο του Λονδίνου έθεσε τα θεμέλια του λεγόμενου οικονομικού της θαύματος. «Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε, μάλιστα, πως χωρίς αυτή τη διαγραφή, δεν θα συντελούνταν αυτή η εξέλιξη», υπογραμμίζει η ιστορικός.
Απώθηση
Ο Γερμανός ειδικός σε θέματα μείωσης των χρεών των υπό ανάπτυξη χωρών, Γιούργκεν Κάιζερ, επισημαίνει ότι οι Γερμανοί για πολλά χρόνια απωθούσαν το γεγονός ότι η χώρα τους μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν υπερχρεωμένη. Πίστευαν ότι με την εργατικότητά τους και την αμερικανική αρωγή υπήρξε η ανοικοδόμηση.
Απαιτήσεις από τη Γερμανία είχαν 70 χώρες, ενώ το 1953 το συνολικό χρέος της ανερχόταν σε 30 δισ. μάρκα (περίπου 15,3 δισ. ευρώ). Το ήμισυ αφορούσε την προπολεμική και το υπόλοιπο τη μεταπολεμική περίοδο. Αυτό αντιστοιχούσε στο 23% του ΑΕΠ. Σήμερα οι αναπτυσσόμενες χώρες αντιμετωπίζουν την απειλή της πτώχευσης όταν το χρέος τους υπερβεί το 40% του ΑΕΠ, ενώ στην Ελλάδα η αναλογία φθάνει το 160%.
Το 1953, όμως, η Γερμανία δεν επιδίωκε λιτότητα για την αποπληρωμή των οφειλομένων, εφόσον χρειαζόταν κεφάλαια ανάπτυξης. Οπως προσθέτει ο Γιούργκεν Κάιζερ, η διαγραφή του γερμανικού χρέους διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις να αναδειχθεί η χώρα σε εξαγωγική δύναμη, εφόσον συνέφερε τους δανειστές της να παράγει, να πωλεί τα προϊόντα της και να τους εξοφλεί. «Κάτι αντίστοιχο θα έπρεπε να εφαρμοσθεί στην Ελλάδα», προτείνει.
«Αν επιτρέψουν οι Γερμανοί να εμφανισθεί πλεόνασμα στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους». Μετά τη διαίρεση της Γερμανίας κατά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Γερμανός καγκελάριος Κόνραντ Αντενάουερ και οι διαπραγματευτές έπρεπε να απαντήσουν στο εξής: θα ανελάμβανε η Δυτική Γερμανία την κληρονομιά των χρεών του ναζιστικού καθεστώτος ή θα το απέφευγε, εφόσον η Ανατολική Γερμανία τελούσε υπό σοβιετικό έλεγχο;
Διαγραφή
Ο κ. Αντενάουερ έκλινε προς την πρώτη επιλογή, γιατί, πρώτον, είχε ως ύψιστη προτεραιότητα την ανάκτηση της κυριαρχίας της νεοπαγούς Δημοκρατίας και, δεύτερον, επεδίωκε να αποκαταστήσει τη δανειοληπτική της αξιοπιστία στο διεθνές σκηνικό. Η δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων μέσω δανεισμού για την ανοικοδόμηση της βιομηχανίας της χώρας ήταν απαραίτητη.
Αν και το ζήτημα των προπολεμικών δανείων (13,5 δισ. γερμανικά μάρκα ή περίπου 7 δισ. ευρώ) παρέμεινε ανοιχτό κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, οι οποίες ξεκίνησαν το 1951, τελικώς συμφωνήθηκε να μειωθούν στο ήμισυ (7,3 δισ. μάρκα ή 3,7 δισ. ευρώ). Το ίδιο ίσχυσε και για τα μεταπολεμικά, τα οποία υπολογίζονταν σε 15-16 δισ. γερμανικά μάρκα (8 δισ. ευρώ) και μειώθηκαν στα 7 δισ. μάρκα.
Συνολικά οι οφειλές αποπληρώνονταν σε ετήσιες δόσεις σχεδόν 540 εκατ. Μάρκων (276 εκατ. ευρώ) έως το 1980. Το εν λόγω ποσόν καταβαλλόταν εύκολα από την ταχέως αναπτυσσόμενη Γερμανία του 1950, καθώς αντιστoιχούσε στο 4% των εξαγωγών της. Το τελευταίο μέρος των πολεμικών οφειλών της, πάντως, δόθηκε το 2010. Είχε προβλεφθεί ότι, σε περίπτωση επανένωσης των Γερμανιών, θα καταβάλλονταν επιπλέον τόκοι.
Τέλος, η διαγραφή χρέους ανέδειξε τη Γερμανία σε εξαγωγική δύναμη, εφόσον συνέφερε τους δανειστές της να παράγει, να πωλεί τα προϊόντα της και να τους εξοφλεί, τόνιζε ο ειδικός Γ. Κάιζερ.
Τα προαναφερθέντα στοιχεία του ειδικού Οικονομολόγου Γ. Κάιζερ συμφωνούν απόλυτα με εκείνα που παραθέτει στο βιβλίο του ο Μανώλης Γλέζος, τα οποία υπερβαίνουν το ποσό των 162 δισ. ευρώ σημερινής αξίας χωρίς τους τόκους. Δηλαδή, με τις οφειλές της Γερμανίας η Ελλάδα εξοφλεί άνετα πλήρως το σημερινό της χρέος, ανακάμπτει και επανέρχεται στις παραγωγικές της διαδικασίες.
Το δε, πλέον, παράλογο στην περίπτωση της σημερινής ηγεσίας της Γερμανίας είναι ότι όχι μόνο χρωστά, αλλά ότι και πρωτοστατεί να αδικείται επί χρόνια τώρα η χώρα μας με όλα τα δυσμενή οικονομικά και κοινωνικά επακόλουθα. Χωρίς, ωστόσο, καμιά προοπτική επιστροφής της Ελληνικής Οικονομάις σε βιώσιμη ανάπτυξη με τη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος, με το τωρινό πάρε-δώσε ανά τρίμηνο με την τρόικα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.