Φραγκφούρτη: Επίθεση σε περαστικούς κοντά στην πόλη- 4 Τραυματίες
Γερμανία: Παράταση της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα- Μέχρι πότε ισχύει;
Πώς είναι να επιστρέφεις στην πατρίδα μετά από σχεδόν δυο δεκαετίες; Όταν έφυγε από εδώ η Μάρθα, η Ελλάδα του Σημίτη είχε μεγάλα πλεονάσματα και ετοιμαζόταν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Τώρα που γύρισε, η Ελλάδα είναι σχεδόν χρεοκοπημένη και δυστυχής.
Ένα πράγμα που δεν υπήρχε όταν έφυγε ήταν τα ΚΕΠ που βοήθησαν στον πόλεμο κατά της γραφειοκρατίας, που όμως σαν τη λερναία ύδρα, συνεχίζει τον αγώνα της για να μας τρελάνει όλους.
Δεν μπορεί παρά να είναι μια ωραία μέρα σήμερα. Γιατί χτες δεν ήταν. Γιατί μάλλον έτσι πάει: «μία σου» και «μία μου».
– Μία σου “πανσέληνε”, “ανάδρομε”, “γκαντέμη”
– Μία μου “τύχη”, “χαμόγελο” κι “επιτυχία”.
Εχθές λοιπόν, «μία σου», και κοντά στη μία μετά τα μεσάνυχτα, έχασα όλα μου τα έγγραφα στο κομπιούτερ και έχασα την ψυχραιμία μου. Σήμερα , «μία μου», μπήκα στο ρινγκ της γραφειοκρατίας και βγήκα νικητής. Άσε που βρήκα τα χτεσινά χαμένα μου έγγραφα, άρα «δύο μου». Σήμερα μίλησα με άγνωστους ανθρώπους πάνω στις άγνωστες (μέχρι σήμερα) λέξεις ΟΑΕΔ, ΚΕΠ, ΑΜΚΑ, και τελείωσα ό,τι είχα να κάνω.
Ξεκίνησα από τον ΟΑΕΔ, μιλώντας στην κυρία της υποδοχής που μου σταύρωσε ως αναλφάβητη ένα χαρτί δικαιολογητικά, μετά πήγα στο ΚΕΠ (;), τη Vodafone, πίσω στον ΟΑΕΔ, και ΤΕΡΜΑ(!). Το μόνο ΚΕΠ που ήξερα μέχρι χτες ήταν το Κέντρο Ελληνικού Πολιτισμού στη ΝΥ. Σήμερα όμως (που δεν μπορεί παρά να είναι μια ωραία μέρα) έμαθα και το Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών.
Με το που μπήκα στο εδώ ΚΕΠ έπεσα σε καυγά ανάμεσα σε έναν πορτοκαλί – στο πουκάμισο- κύριο και έναν καρώ – στο πουκάμισο- κύριο. Ο καρώ κύριος εξήγησε στον πορτοκαλί πως αν συνέχιζε να φωνάζει, θα φώναζε την αστυνομία και να κάτσει κάτω να περιμένει τη σειρά του, αλλά ο πορτοκαλίς είπε «τώρα είναι η σειρά μου, έχω το νούμερο 19», και ο καρώ του είπε «όχι, δεν έχεις το 19, έφυγες, έχασες τη σειρά σου και τώρα έχεις το 30», και ο πορτοκαλίς είπε «τι λες που έφυγα; ποιος έφυγε; ρωτήστε την κυρία από δω αν έφυγα καθόλου!» και τότε πετάχτηκε μια κυρία από ένα γραφείο και ούρλιαξε «Έλεος πια!!! Σταματήστε! Δεν μπορώ να δουλέψω».
Εγώ διέσχισα το χώρο με ηρεμία Βούδα, πλησίασα τον κύριο καρώ, τού έδειξα το σταυρωμένο μου χαρτάκι και εκείνος μού είπε να συμπληρώσω τα στοιχεία μου για να σφραγίσει το γνήσιο της υπογραφής μου. «Και το ΑΜΚΑ;» τον ρώτησα. «Θα το πάρετε από τον ΟΑΕΔ» είπε εκείνος, κι εγώ είπα “μα ο ΟΑΕΔ με έστειλε σε σας”, και ο κύριος καρώ μου είπε “ο ΟΑΕΔ είναι υποχρεωμένος να σας το βρει ως δημόσια υπηρεσία”. Αλλά στο τέλος, μάλλον επειδή δεν φώναξα πως θα φέρω την αστυνομία, ο κύριος καρώ έψαξε το ΑΜΚΑ μου, και … «δε σας βρίσκω» μου είπε (δεν υπάρχω!). Και τότε με πήγε σε μια άλλη κοπέλα και αυτή η κοπέλα (άκουσον, άκουσον) μου χαμογέλασε από μόνη της (!!!;;;), κι όταν της είπα πόσο ωραία ήταν η μπλούζα της, ανταλλάξαμε κι άλλα χαμόγελα μέχρι που η κοπέλα μου έδωσε ένα καινούριο ΑΜΚΑ (τώρα υπάρχω!), και το πήρα χωρίς να δω αν τελειώνει σε -8 που είναι το αγαπημένο μου, και πήγα στη Vodafone να βγάλω και το χαρτί που θα έδειχνε μια διεύθυνση στο όνομά μου. Πήρα κι ένα σουσαμένιο κουλούρι εντωμεταξύ κι όπως περνούσα το δρόμο και γύρισα το κεφάλι να δω μη με κόψει κανα μηχανάκι, (γιατί προχτές κόντεψαν να με κόψουν δύο στη σειρά όπως περνούσα με πράσινο), είδα μία vodafone να μού φωνάζει «Πού πας καραβάκι με τέτοιο καιρό; Σταμάτα εδώ, σήμερα είναι το «μία σου!».
Και μπήκα, πήγα σε μια κοπέλα με κόκκινη μπλούζα (όχι μωβ, οι μωβ εξυπηρετούν τα τεχνικά θέματα, είδες πόσα ξέρω;), ξανθά μαλλιά και κόκκινο κραγιόν, της είπα τον πόνο μου, της πρόσφερα κουλούρι (δεν ήθελε), και μου έδωσε τσακ μπαμ και εις διπλούν το χαρτί που ήθελα (μήπως να κάναμε εξαγωγή χαρτιού να βγάζαμε κανα φράγκο;).
Μετά πήγα όλα μου τα χαρτιά πίσω στην κυρία της υποδοχής του ΟΑΕΔ, με ρώτησε “έχετε ΑΦΜ;” κι εγώ με περηφάνια είπα «ναι, μου το βρήκανε στο Εθνικό μετά από πολλά χρόνια», αλλά εκείνη δεν έδωσε σημασία στην περηφάνια μου και είπε “ελπίζω να μη σας το ζητήσουν και σε έγγραφο”. Τότε είπα από μέσα μου τρία πατερημά μονορούφι, ενώ παρατηρούσα τη ριγέ κοντομάνικη μπλούζα της, τα χαμηλωμένα στη μύτη γυαλιά της και την όχι καλοβαμμένη ρίζα των μαλλιών της. Εκείνη μου έδωσε ένα νουμεράκι όπως αυτό που παίρνουμε στο σουπερμάρκετ για τα τυριά, που τέλειωνε στο -8, (το αγαπημένο μου), ήταν το 58, και δε θα το πιστέψετε, αλλά εκείνη ακριβώς τη στιγμή άναψε δίπλα μου το νούμερο 58, και μ’ ένα βήμα βρέθηκα μπροστά στο γραφείο που δούλευε μια κοκκινομάλλα κυρία με αλογοουρά και ροζ κραγιόν…
Της είπα πόσο μου αρέσουνε τα κόκκινα μαλλιά αλλά αυτή δεν είχε όρεξη για κουβέντα, πάντως ΔΕ μου ζήτησε εγγράφως το ΑΦΜ μου, μου έδωσε κι άλλα χαρτιά (ΑΣΧΟΛΙΑΣΤΟ) όχι για να τα συμπληρώσω, έτσι για δικά μου, κι αυτό σήμαινε πως τέλειωσα και δηλαδή πως απέκτησα ατέλεια στις συγκοινωνίες και μειωμένο εισιτήριο στα θέατρα. Και ήμουνα τόσο χαρούμενη μετά στο δρόμο, που βοήθησα έναν παππού να ανεβάσει τα ψώνια στο σπίτι του, αγόρασα τέσσερα λεμόνια απ’ το Μάριο, το μανάβη της γειτονιάς, να κάνω γλυκό την Κυριακή, ήπια μια μπύρα με λάιμ και τζίντζερ.
Τώρα θα σκεφτώ τι άλλη εκκρεμότητα έχω να κάνω σήμερα μήπως αύριο είναι το «μία σου» και τότε… Μόλις χτύπησε το τηλέφωνο, ήταν ο λογιστής για τα φορο-απαυτά μου Κάτσε να δω αν έχω άλλες μπύρες στο ψυγείο…
Φραγκφούρτη: Επίθεση σε περαστικούς κοντά στην πόλη- 4 Τραυματίες
Γερμανία: Πρόστιμο εάν οδηγείτε με Μάσκα- Τι πρέπει να προσέξετε;